Διεθνής δικαιοδοσία σε διασυνοριακές υποθέσεις: το πλεονέκτημα της ‘έδρας’ ή καλύτερα εκτός

|
Author:
3 min.

Στις ημέρες μας είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο οι συναλλαγές με επιχειρήσεις που βρίσκονται εκτός συνόρων.  Αλλά που εντοπίζεται μια σημαντική διαφορά μεταξύ μια διασυνοριακής και εγχώριας έννομης σχέσης σε περίπτωση παραβίασης της σύμβασης; Μπορεί αυτή η διαφορά να υποβληθεί ενώπιον των εθνικών Δικαστηρίων ή η διαφορά θα πρέπει να εκδικασθεί  ενώπιον των Δικαστηρίων των οποίων η έδρα βρίσκεται στη  χώρα του άλλου μέρους; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό μπορεί να είναι καθοριστική για την απόφαση του Δικαστηρίου και για το εάν η έναρξη του δικαστικού αγώνα θα ήταν οικονομικά ωφέλιμη.

Για να προσδιοριστεί σε ποια χώρα και ενώπιον ποιου Δικαστηρίου εναπόκειται η δικαιοδοσία, θα πρέπει πρώτα να διερευνηθεί εάν τα μέρη έχουν ήδη συμφωνήσει για το δίκαιο της επίλυσης των τυχόν διαφορών. Οι συμφωνίες αυτές ονομάζονται ρήτρες παρέκτασης  της διεθνούς δικαιοδοσίας.

Ρήτρα παρέκτασης διεθνούς δικαιοδοσίας

Η ρήτρα παρέκτασης διεθνούς δικαιοδοσίας είναι  μια συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων μερών  η οποία ρυθμίζει ενώπιον ποιου Δικαστηρίου θα πρέπει να υπαχθούν οι τυχόν διαφορές που μπορεί να ανακύψουν μεταξύ των μερών από συγκεκριμένη έννομη σχέση. Περιγράφεται το είδος της δικαστικής διαδικασίας και η τοπική δωσιδικία των Δικαστηρίων. Αν και πολλές φορές, τα μέρη προσπαθούν να συμφωνήσουν ως προς την διεθνή δικαιοδοσία των Δικαστηρίων, πολλές φορές μια τέτοια συμφωνία δεν είναι εφικτό να επιτευχθεί. Για ποιον θα ήταν ωφέλιμο άλλωστε να επιλεγεί ως αρμόδιο για να εκδικάσει την οποιαδήποτε διαφορά Δικαστήριο ένα το οποίο βρίσκεται σε κάποια μακρινή τοποθεσία;

Συχνά, επίσης παρατηρείται ότι οι ρήτρες  περί δικαιοδοσίας των Δικαστηρίων είναι ‘κρυμμένες’ στους Γενικούς Όρους Συναλλαγής των μερών, στις επιβεβαιώσεις των παραγγελιών ή στην πίσω σελίδα των τιμολογίων. Δυστυχώς, αυτό στην πράξη αποφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα. Πριν την έναρξη οποιασδήποτε δικαστικής ενέργειας θα πρέπει να γίνεται έλεγχος για το αν οι Γενικοί Όροι Συναλλαγής είναι σε αυτή την περίπτωση εφαρμοστέοι. Στις διασυνοριακές υποθέσεις είναι δύσκολο να καθορισθεί εκ των προτέρων εάν αυτοί οι Όροι με όλες τις ρήτρες που περιέχουν είναι εφαρμόσιμοι στην εκάστοτε περίπτωση.

Μόνο στην περίπτωση που υπάρχει ρητή, έγγραφη και μη αμφισβητούμενη συμφωνία μεταξύ των μερών σχετικά με την διεθνή δικαιοδοσία, τότε μόνο οι υποθέσεις θα μπορούν να παραπέμπονται απευθείας στο οριζόμενο σε αυτήν Δικαστήριο. Τότε μόνο δεν θα προκύψει καμία διαφορά και ένσταση ως προς την δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

Μη έγκυρη ρήτρα επιλογής αρμόδιου Δικαστηρίου

Εάν  τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει σχετικά με την δικαιοδοσία των Δικαστηρίων, τα οποία θα μπορούν να εξετάσουν την όποια αναδυόμενη διαφορά, τότε η επιλογή του αρμοδίου Δικαστηρίου θα γίνει βάσει της εθνικής και διεθνούς νομοθεσίας.

Όσον αφορά στις συμβάσεις εμπορικού περιεχομένου σχετικά με την παροχή υπηρεσιών ή την πώληση προϊόντων στο πλαίσιο των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η δικαιοδοσία ορίζεται βάσει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001, όπως κοινώς ονομάζεται ‘ Βρυξέλλες Ι’ . Βάσει αυτού του Κανονισμού, αρμόδια είναι τα Δικαστήρια του τόπου στον οποίο η σύμβαση έπρεπε ή θα έπρεπε να εκπληρωθεί. Πώς προσδιορίζεται δηλαδή ο τόπος εκπλήρωσης παροχής της σύμβασης όταν για παράδειγμα, μια Γερμανική εταιρία supermarket έχει κάνει παραγγελία λαχανικών από μια Ολλανδική εταιρία-παραγωγό λαχανικών;

Συμφωνία για τον καθορισμό του τόπου εκπλήρωσης της παροχής της σύμβασης

Ο τόπος εκτέλεσης της σύμβασης μπορεί επίσης να καθορίζεται από το τι έχουν τα μέρη συμφωνήσει μεταξύ τους κατά την σύναψη της σύμβασης.

Η συμφωνία σχετικά με τον τόπο εκτέλεσης της σύμβασης συνήθως δεν δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα. Εάν ο τόπος δεν δηλώνεται ξεκάθαρα, μπορεί να καθορισθεί μέσω  των συνηθών πρακτικών  που ακολουθούνται στις διασυνοριακές εμπορικές σχέσεις και στο διεθνές εμπόριο, όπως είναι οι Incoterms (Διεθνείς Εμπορικοί Όροι). Πολλές φορές αυτό συμβαίνει χωρίς τα μέρη να γνωρίζουν ότι η σύμβαση περιέχει Διεθνείς Εμπορικούς Όρους. Το λεγόμενο πακέτο EXW’( εκ του εργοταξίου, Ex Works), βάσει του οποίου ο πωλητής θέτει τα εμπορεύματα σε διάθεση του αγοραστή στο εργοστάσιο του –έτσι καθορίζεται ότι αρμόδια Δικαστήρια θα είναι αυτά που βρίσκονται στην χώρα του πωλητή. Αντίθετα η ρήτρα DDP’ (Δασμός Πληρωμένος, Delivered Duty Paid), ορίζει ότι ο τόπος εκτέλεσης της σύμβασης και παροχής (παράδοσης) των υπηρεσιών, είναι η διεύθυνση του αγοραστή.

Καμία συμφωνία σχετικά με τον τόπο εκτέλεσης της σύμβασης

Εάν τα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει ρητά σχετικά με τον τόπο εκτέλεσης της σύμβασης, τότε αυτός καθορίζεται από την φύση και τον χαρακτήρα της παροχής. Βάσει των άρθρων του Κανονισμού 44/2001 Βρυξέλλες-Ι  , ο τόπος εκτέλεσης για τις εμπορικές συμφωνίες καθορίζεται ο τόπος όπου τα προϊόντα παραδόθηκαν σύμφωνα με την σύμβαση ή θα έπρεπε να έχουν παραδοθεί. Κρίσιμος λοιπόν είναι ο τόπος της φυσικής μεταφοράς των εμπορευμάτων.

Αν, στο παράδειγμα μας με την Ολλανδική εταιρία/παραγωγό λαχανικών η οποία έπρεπε να παραδώσει στην Γερμανία τα προϊόντα, η Γερμανική εταιρία αρνηθεί την παραλαβή ή δεν αποπληρώσει τα αντίστοιχα τιμολόγια, τότε εναπόκειται στην δικαιοδοσία των Γερμανικών Δικαστηρίων να εξετάσουν την επίδικη διαφορά.

Συμπερασματικά, και όποιος θέλει να χρησιμοποιήσει το πλεονέκτημα της έδρας των εθνικών δικαστηρίων σε περίπτωση διασυνοριακών υποθέσεων, τότε απαιτούνται ρητές και μη αμφισβητούμενες συμφωνίες μεταξύ των μερών.

Οι δικηγόροι μας είναι πάντοτε στην διάθεση σας να σας εξυπηρετήσουν για οποιαδήποτε ερώτημα σχετικά με διασυνοριακές υποθέσεις εμπορικού χαρακτήρα. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας ακόμα και για ζητήματα αναθεώρησης Γενικών Όρων Συναλλαγής.